- αετοφωλιά
- αετοφωλιά, η και αϊτοφωλιά, ηη φωλιά του αϊτού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αετοφωλιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 99 κάτ.), στην πρώην επαρχία Μεσσήνης του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αριστομένους. * * * και αϊτοφωλιά, η φωλιά αετού … Dictionary of Greek
αετονοσσιά — και αϊτονοσσιά, η η αετοφωλιά*. [ΕΤΥΜΟΛ. < αετός + νοσσιά] … Dictionary of Greek
Γκρίφιθ, Ντέιβιντ Γουόρκ — (David Wark Griffith, Λα Γκρανζ, Κεντάκι 1875 – Χόλιγουντ 1948). Αμερικανός σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Ηθοποιός και σεναριογράφος, πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο ερμηνεύοντας έναν ρόλο στην ταινία του ‘Evτουιν Πόρτερ… … Dictionary of Greek